Θέλουμε να ξαναβρούμε τη χαρά της δημιουργικής εργασίας, την αξία των ανθρώπινων σχέσεων, τη μαγεία του απρόβλεπτου, την απλότητα της ηρεμίας, την επαφή με τη φύση, τη ζωντάνια του να ακολουθάμε τα όνειρά μας. Όλα αυτά όμως μοιάζουνε αόριστα μακρινά, σήμερα η θέση τους βρίσκεται βαθιά θαμμένη στα έγκατα της αστικής κόλασης. Και το μόνο μέρος που ίσως τα ανακαλύψουμε, είναι κάτω απ' τα συντρίμμια της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Ας σταθούμε όμως στο εδώ και στο τώρα. Η καθημερινότητα στις σύγχρονες δυτικές μητροπόλεις (γι' αυτές μπορούμε να μιλήσουμε διότι αυτές έχουμε ζήσει), είναι κάπου ανάμεσα σε απέραντο ψυχιατρείο και μοντέρνα φυλακή. Οι όποιες στιγμές χαράς απλώς μας υπενθυμίζουν την ομορφιά της ύπαρξης, που ακόμη δεν έχει πλήρως εξοντωθεί. Δουλειά και πλήξη, ταξική εκμετάλλευση και αλλοτρίωση, κοινωνική αποσύνθεση και “όλοι εναντίον ολων”, καθημερινή εξουσία και επιβολή που αναπαράγονται μάλιστα και οριζόντια, διαλυμένες σχέσεις, άγχος, πίεση, φόβος, νεύρα, απόγνωση.
Να μην ξεχάσουμε όμως και τον ήχο από το βραδινό κλείσιμο των κελιών, τα ουρλιαχτά των ψυχιατρείων, τις μάνες που είδαν με τα μάτια τους τα παιδιά τους να πνίγονται στο Αιγαίο, τα τελευταία λεπτά πριν την αυτοκτονία, τα βιασμένα κορίτσια, τους παιδόφιλους που γίνανε υπουργοί, τα εκατομμύρια χάπια που καταναλώνονται καθημερινά γιατί για πολλούς αλλιώς δεν θα βγει η μέρα. Ναι λοιπόν, ΑΥΤΗ η κοινωνία πρέπει να καταστραφεί.
Άμεσο καθήκον όσων ακόμη καταφέρνουν και ως έναν βαθμό αντέχουνε, είναι να χτίσουν τους χώρους και τους χρόνους που θα εξασφαλίσουν, πρώτ' απ' όλα, μια ψυχική επιβίωση. Γιατί καθόλου δεν μπορούμε να προχωρήσουμε πιο πέρα, αν η ψυχολογία μας είναι κατεστραμμένη και το μυαλό μας βασανίζεται. Ο καπιταλισμός βρίσκεται στο στάδιο που προσπαθεί να αφανίσει ακόμη και την ιδέα της ανατροπής του, διαλύοντας τον ψυχισμό των ανθρώπων, κάνοντάς τους να δεχθούν την παραίτηση και την υποταγή ως λύτρωση.
Πρέπει να βρεθούμε, να δυναμώσουμε τις κοινότητές μας και τις σχέσεις μας, να φτιάξουμε μια συλλογική ασπίδα απέναντι στην επίθεση της αστικής επέλασης, έναν πόλο εντός της κοινωνίας, που θα αγκαλιάσει όλους όσους αυτός ο κόσμος τους σκοτώνει καθημερινά. Από τις αναρχικές δομές και τις δυναμικές παρεμβάσεις, ως τα πιο ανοιχτά εγχειρήματα και τις ταξικές αντιστάσεις, να οικοδομήσουμε ένα πολύμορφο πλέγμα άμυνας απέναντι, μεταξύ άλλων, στην αλλοτρίωση. Πώς; Ελεύθερα. Με σεβασμό, ευθύνη και ΟΡΓΑΝΩΣΗ. Αν κάποια στιγμή επιτευχθεί ο στόχος αυτός, τότε θα μπορούμε ασφαλέστερα να μιλήσουμε για τον πολλαπλασιασμό των πρακτικών μας και για τα επόμενα βήματα.
Η Αναρχία λοιπόν δεν είναι ούτε θεωρητική αναζήτηση, ούτε μια ταυτότητα κενή νοήματος. Είναι επιλογή συνείδησης και την ίδια στιγμή θέση μάχης. Είναι η ολική εναντίωση στον πολιτισμό του κέρδους και η περήφανη μεταφορά συνολικά της ύπαρξής μας από υπόδουλη στην αστική κυριαρχία, σε αμετανόητα εξεγερμένη. Είναι η απόφαση να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπειά μας μέχρι τέλους, να μην αγνοήσουμε τον αβάσταχτο πόνο του κόσμου.
“Όσο κι αν
βρέχει το χέρι του μες στο σκοτάδι
το
χέρι του δεν μαυρίζει ποτέ. Το χέρι
του
είναι αδιάβροχο στη νύχτα. Όταν
θα φύγει
(γιατί όλοι φεύγουμε μια μέρα)
θαρρώ θα μείνει
ένα γλυκύτατο χαμόγελο
στον κόσμο ετούτον
που αδιάκοπα θα
λέει «ναι» και πάλι «ναι»
σ’ όλες τις
προαιώνιες διαψευσμένες ελπίδες.”
ΝΟΥΣ, ΨΥΧΗ ΚΑΙ ΣΩΜΑ, ΠΑΝΤΑ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ